Άκουγα τις προάλλες τα τραγούδια του Μίκη και σκεπτόμουν με πόσο ρομαντισμό, με τι πάθος ξεκινήσαμε ως κοινωνία να ξαναφτιάξουμε την ελληνική πολιτεία μετά την πτώση της χούντας το 1974.
Ηταν μια στιγμή απελευθέρωσης απίστευτης ενέργειας και δύναμης.
Κάτι πήγε, όμως, πολύ στραβά και σήμερα το πληρώνουμε ακριβά.
Ποιος μπορούσε να φαντασθεί ότι το «δημοκρατικό πανεπιστήμιο» θα εξελισσόταν σε ένα καταφύγιο συνδικαλιστών, λεκτόρων - δημοσίων υπαλλήλων και ό,τι πιο μέτριου έβγαλε η περίφημη «γενιά του Πολυτεχνείου»; Μπορούσε κανείς να φαντασθεί ότι το άσυλο και η ψήφος των φοιτητών θα γίνονταν εργαλεία εκβιασμών και απειλών στα χέρια φοιτητοπατέρων και συμμοριών;
Ή μήπως σκέφθηκε κανείς πως το όραμα του σοσιαλισμού και του τρίτου δρόμου και δεν ξέρω τι άλλο θα εκφυλιζόταν σε ένα ιστορικό ΠΑΣΟΚ, όπου φυσικοί διάδοχοι και αντιπρόεδροι του Ανδρέα ήταν ο Μένιος Κουτσόγιωργας και ο Ακης Τσοχατζόπουλος;
Κάτι πήγε πολύ στραβά...
Οι πιο ριζοσπαστικές ιδέες έφεραν τα πιο άρρωστα φαινόμενα. Μασήσαμε, π. χ., για χρόνια την καραμέλα της αποκέντρωσης, η οποία στο τέλος άπλωσε σε όλες τις νομαρχίες και στους δήμους το φαινόμενο της διαφθοράς και έκανε το μπαξίσι μέσο αναδιανομής εισοδήματος. Καλές ιδέες, όπως το ΕΣΥ, διέλυσαν στο τέλος τα νοσοκομεία της χώρας γιατί κουμάντο έκαναν τα κομματόσκυλα του ΠΑΣΟΚ ή της Ν.Δ. και οι συνδικαλιστές και, προφανώς, όχι κάποιος μάνατζερ.
Να μιλήσουμε για την Αριστερά; Κάποτε εκπροσωπούσε o,τι πιο δυναμικό και ανοιχτόμυαλο στη χώρα. Τώρα, το μεν ΚΚΕ είναι το τελευταίο πραγματικά σταλινικό κόμμα της εποχής μας, ο δε ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπεί την άρνηση και ό,τι πιο ακραίο βρεθεί στον δρόμο του. ( δηλαδή, η Αριστερά στην Ελλάδα όχι μόνο είναι ανύπαρκτη, αλλά σχοινοβατεί στα όρια του φασισμού ΒΠ ) Οσο για τον συνδικαλισμό, που δοξάστηκε σ’ εκείνα τα χρόνια μετά το 1974, μετατράπηκε σε ό,τι πιο γραφειοκρατικό, καθεστωτικό και ενίοτε διεφθαρμένο.
Ηταν λογικό ένας συναισθηματικός και υπερβολικός λαός να θελήσει να γκρεμίσει ό,τι έβρισκε μπροστά του έπειτα από μια δικτατορία. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατάλαβε γρήγορα πως λίγα πράγματα μπορούσαν να σωθούν μέσα στο τσουνάμι του λαϊκισμού και πρόλαβε, τουλάχιστον, να μας βάλει στις ράγες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Προφανώς σκεπτόταν ότι «όσο στραβά και να πάνε τα πράγματα, θα είμαστε σε τελική ανάλυση μέσα στην Ευρώπη». Προφανώς είχε δίκιο γιατί αν δεν το είχε πετύχει αυτό, ποιος ξέρει πού θα βολοδέρναμε και τι περιπέτειες θα περνούσαμε. Από εκεί και πέρα, όμως, τα καταφέραμε να γκρεμίσουμε, αλλά ξεχάσαμε να χτίσουμε. Από πού ν’ αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει· από τη Δημόσια Διοίκηση, όπου η κατάργηση των γενικών διευθυντών, με επιταγή Κουτσόγιωργα, τσάκισε τη ραχοκοκκαλιά της; Ή μήπως από την ασύλληπτη διείσδυση των κομματικών μηχανισμών παντού με καταστροφικά αποτελέσματα;
Δεν χρεοκοπήσαμε τυχαία. Πληρώνουμε τις υπερβολές, τον λαϊκισμό, την ισοπέδωση 30 ετών. ( θα έλεγα: 190 ετών ακριβώς ΒΠ ) Ο Κώστας Καραμανλής το είχε πιάσει και συγκίνησε πολλούς με την επανίδρυση του κράτους. Δεν έκανε, όμως, τίποτα γι’ αυτό, την χειρίσθηκε με τυπικό στυλ χαβαλέ και την ανέθεσε σε ανίκανους ανθρώπους. Οσο για τον κ. Παπανδρέου, έχει τώρα το δίλημμα: να ξηλώσει αυτό που τον ανέθρεψε, τον έφερε στην εξουσία και τον γλίτωσε από του... Βενιζέλου τα δόντια ή να το αγκαλιάσει και να μείνει με το κόμμα δικό του, αλλά τη χώρα σε ερείπια;
Εν πάση περιπτώσει, τους επόμενους μήνες θα δούμε ποιον δρόμο θα πάρει η χώρα, τι αδιέξοδα θα προκληθούν και ποιες ηγεσίες θα γεννηθούν. Το βέβαιο είναι, όπως τραγουδούσαμε κάποτε σε παρέες γύρω από τραπέζια ή φωτιές αναμμένες, πριν επικρατήσει ο μεταπολιτευτικός μας κυνισμός, πήραμε τη ζωή μας λάθος!
Το παραπάνω, είναι άρθρο του Αλέξη Παπαχελά.
Οι υπογραμμίσεις και συμπληρώσεις δικές μου.
Και με εκφράζει απόλυτα !